Επισήμανση του ακριβές περιεχόμενου της υπ. αρ. 67/2002 Απόφασής της Αρχής

Κατηγορία
Δελτίο Τύπου
Ημερομηνία
Αριθμός Πρωτοκόλλου
3868  

Ενόψει πρόσφατων δημοσιευμάτων που αναφέρονται στο ρόλο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σε σχέση με τη δημοσίευση ονομάτων ατόμων που φέρεται ότι εμπλέκονται στην τέλεση αξιόποινων πράξεων, η Αρχή κρίνει σκόπιμο να επισημάνει το ακριβές περιεχόμενο της υπ. αρ. 67/2002 Απόφασής της:

«… Ανακοίνωση ονόματος εμπλεκομένου σε παράνομη δραστηριότητα είναι δυνατόν να γίνει από τις αστυνομικές αρχές σε δύο περιπτώσεις:

Ανακοίνωση ονόματος ή φωτογραφίας ή άλλων στοιχείων, μεμονωμένων ή μη, προσώπου που φέρεται αναμεμιγμένο σε εγκληματική δραστηριότητα και καταζητείται νομίμως με σκοπό τη σύλληψη.

Ανακοίνωση της σύλληψης.

Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων βάσει του άρθρου 2 εδ. β του ν.2472/1997, αφού αναφέρεται σε ποινική δίωξη προσώπου. Επομένως, η διαχείρισή του διέπεται από την διάταξη του άρθρου 7§2 εδ. επερ. ββ του παραπάνω νόμου όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 34 παρ. 2 του ν.2914/2001. Σύμφωνα με αυτή επιτρέπεται κατ' εξαίρεση η συλλογή και επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, όταν η επεξεργασία ενεργείται από δημόσια αρχή και είναι αναγκαία, μεταξύ των άλλων, για την εξυπηρέτηση των αναγκών εγκληματολογικής πολιτικής και αφορά τη διακρίβωση εγκλημάτων, ποινικές καταδίκες ή μέτρα ασφάλειας.

Και τη μεν ανακοίνωση προσωπικών δεδομένων ( όπως αυτά προαναφέρθηκαν ) με σκοπό τη σύλληψη, η διωκτική Αρχή έχει αυτονόητο δικαίωμα να πραγματοποιήσει, αφού η επεξεργασία γίνεται είτε για τη διακρίβωση εγκλήματος ( ανεύρεση του υπόπτου ) είτε για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης που επιβάλλει ποινή ή μέτρα ασφάλειας και επομένως ενεργείται εντός του νομίμου σκοπού του αρχείου.

Στη δεύτερη όμως περίπτωση της ανακοίνωσης της πραγματοποιηθείσας σύλληψης το πράγμα έχει άλλες παραμέτρους. Η διωκτική αρχή νομίμως βέβαια διαχειρίζεται το ευαίσθητο αυτό προσωπικό δεδομένο, αφού και αυτό έχει ως σκοπό τη διακρίβωση εγκλήματος ή την εκτέλεση ποινικής καταδίκης ή μέτρου ασφάλειας.

Ζήτημα όμως γεννάται μέχρι πού εκτείνεται η επεξεργασία των προσωπικών αυτών δεδομένων και ειδικότερα, αν είναι μέσα στα όρια του επιτρεπτού της επεξεργασίας η δυνατότητά της αστυνομίας να ανακοινώσει το όνομα δια του Τύπου. Ενόψει μάλιστα της κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μυστικότητας της προανάκρισης. Και αν μεν το δεδομένο αυτό δεν ήταν ευαίσθητο, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι το σχετικό δικαίωμα στηρίζεται στο άρθρο 5§2 εδ. δ ή και εδ. ε του ίδιου νόμου. Η διάταξη όμως αυτή δεν έχει γενικά εφαρμογή στην επεξεργασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Γίνεται ως εκ τούτο φανερό ότι η ανακοίνωση από την Αστυνομία του ονόματος του συλλαμβανομένου αντίκειται στην ισχύουσα νομοθεσία, αφού εκφεύγει από το σκοπό της επεξεργασίας και είναι κατά κανόνα παράνομη. Περίπτωση κατά την οποία θα ήταν επιτρεπτό και το είδος αυτό της επεξεργασίας ( ανακοίνωση του ονόματος στον Τύπο ), είναι εκείνη κατά την οποία με την ανακοίνωση του συγκεκριμένου ονόματος επιδιώκεται η εξυπηρέτηση του σκοπού της επεξεργασίας, δηλαδή η διακρίβωση του εγκλήματος ( π.χ. συλλαμβάνεται ο ύποπτος ανθρωποκτονίας και επιδιώκεται η ανεύρεση και σύλληψη του άμεσου συνεργού του οποίου λοιπά στοιχεία δεν γνωρίζει η αστυνομία, ελπίζει όμως ότι θα ανεύρει με τη συνδρομή τρίτων που τυχόν θα προσδιορίσουν τον άγνωστο συνεργό, διότι γνωρίζουν τον αποκλειστικό συνεργάτη του συλληφθέντος ). Συμπερασματικά η ανακοίνωση του ονόματος του συλληφθέντος δεν νοείται ότι, αν δεν συντρέχουν ειδικοί συγκεκριμένοι λόγοι τους οποίους μπορεί να κρίνει και η Αρχή, ικανοποιεί εγκληματολογική πολιτική.

Είναι αυτονόητο :

ότι η έκδοση δελτίου Τύπου ή γενικά ανακοίνωση σύλληψης χωρίς αναφορά του ονόματος δεν αντίκειται στην κείμενη νομοθεσία

ότι στις εξαιρετικές περιπτώσεις που κρίνεται ότι η ανακοίνωση του ονόματος ικανοποιεί τους σκοπούς του αρχείου ( εγκληματολογική πολιτική κ.λπ. ), ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας, η λέξη « ένοχος » πρέπει να αποφεύγεται και

ότι η δημοσιογραφική έρευνα για το πρόσωπο που συνελήφθη και η αναφορά του στον Τύπο διέπεται και από την καθιερούσα την ελευθερία του Τύπου συνταγματική διάταξη του άρθρου 14 και είναι άσχετη με την παραπάνω συλλογιστική.»

Καθίσταται σαφές ότι η παραπάνω Απόφαση ρυθμίζει, ενόψει και του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου, την ανακοίνωση των ονομάτων συλληφθέντων ή καταζητούμενων ατόμων από την Αστυνομία, ως υπεύθυνη επεξεργασίας υπό την έννοια του Ν. 2472/97. Η Απόφαση επιτρέπει την ανακοίνωση όταν συντρέχουν ειδικοί, συγκεκριμένοι λόγοι που συνδέονται με την άσκηση εγκληματολογικής πολιτικής. Δεν περιορίζει τη δημοσιογραφική έρευνα, η οποία μπορεί να αναφέρεται και στα ονόματα ατόμων που φέρονται ως δράστες αξιόποινων πράξεων ούτε βέβαια θίγει ενόψει της θεμελιώδους αρχής της δημοσιότητας της δίκης τη δημοσιογραφική έρευνα που πραγματοποιείται κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας και της απαγγελίας των αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων.

 

Τμήμα Επικοινωνίας

Λεωφ. Κηφισίας 1-3, 11523 Αθήνα
Τ: 210 6475 655 • E: info@dpa.gr • www.dpa.gr